Ηλεκτρική κιθάρα
Ηλεκτρική αποκαλείται η κιθάρα που χρησιμοποιεί ηλεκτρομαγνήτες για να μετατρέψει τον ηχητικό παλμό των ατσάλινων χορδών της σε ηλεκτρικό ρεύμα το οποίο μπορεί έπειτα να ενισχυθεί από ένα σύστημα ενισχυτή-ηχείου. Το σήμα που προέρχεται από την κιθάρα μπορεί κάποιες φορές να διαφοροποιηθεί με εφέ όπως το βάθος ή να παραμορφωθεί. Ενώ οι περισσότεροι τύποι ηλεκτρικής κιθάρας φέρουν έξι χορδές, απαντώνται και επτάχορδες οι οποίες χρησιμοποιούνται από κάποιους μουσικούς της τζαζ και της μέταλ μουσικής,[1] καθώς και δωδεκάχορδες (με έξι ζεύγη χορδών οι οποίες απέχουν διάστημα μιας οκτάβας τις οποίες συναντάμε κυρίως σε μουσικά είδη όπως το τζανγκλ ποπ και το ροκ.
Η ηλεκτρική κιθάρα χρησιμοποιήθηκε αρχικά από μουσικούς της τζαζ ως ένα κούφιο όργανο, ηλεκτρικώς ενισχυμένο για μεγαλύτερη ένταση κατά την περίοδο της άνθησης του σουίνγκ. Οι πρώτες ηλεκτρικές κιθάρες διέθεταν κούφιο σώμα, ατσάλινες χορδές και ηλεκτρομαγνήτες με σπείρες από βολφράμιο που κατασκεύαζε η εταιρία Rickenbacker το 1931. Παρόλο που μερικές από τις πρώτες κατασκευάστηκαν από τον Les Paul, ο πρώτος επιτυχημένος εμπορικά τύπος ηλεκτρικής κιθάρας με κούφιο σώμα ήταν η Fender Esquire το 1950. Η ηλεκτρική κιθάρα ήταν ένα όργανο-κλειδί για την ανάπτυξη πολλών μουσικών ειδών που εμφανίστηκαν από τα τέλη του 1940 και μετά όπως το Σικάγο Μπλουζ, το πρώιμο Ροκ εντ Ρολ και το Ροκαμπίλι καθώς και το Μπλουζ Ροκ του 1960. Έχει επίσης χρησιμοποιηθεί σε διάφορα άλλα είδη μουσικής όπως η country, η Ambient, η New Age, καθώς και σε κάποια είδη σύγχρονης ορχηστρικής μουσικής.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ανάγκη κιθάρας με ενισχυμένη ένταση έγινε αισθητή κατά τη διάρκεια της περιόδου των big band και καθώς οι τζαζ ορχήστρες αύξαναν σε αριθμό μελών και κυρίως σε χάλκινα πνευστά. Αρχικά οι ηλεκτρικές κιθάρες διέθεταν κούφιο αψιδωτό σώμα στο οποίο είχαν προστεθεί ηλεκτρομαγνητικοί μετατροπείς. Έχει χρησιμοποιηθεί από πολλούς καλλιτέχνες (Eric Clapton κ.α.)
Τα πρώτα χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι ηλεκτρικές κιθάρες σχεδιάστηκαν αρχικά από μια ομάδα βιοτεχνών κιθάρας, φίλων της ηλεκτρονικής και κατασκευαστές μουσικών οργάνων. Ο Les Paul, πειραματίστηκε καινοτομικά προσαρτώντας μικρόφωνα σε κιθάρες της εποχής του.[2] Κάποιες από τις πρώτες ηλεκτρικές κιθάρες ήταν μετατραπηθείσες ακουστικές με κούφιο σώμα, ατσάλινες χορδές και ηλεκτρομαγνήτες με νήμα βολφραμίου. Αυτός ο τύπος οργάνου άρχισε να παράγεται το 1932 από την εταιρία Electro String Instrument Corporation στο Los Santos υπό την διεύθυνση των Adolph Rickenbacher και George Beauchamp. Το πρώτο σχέδιο δημιουργήθηκε από τον Harry Watson, έναν τεχνίτη της Electro String Company και ονομάστηκε Rickenbacker που ήταν και το πρώτο μοντέλο της ομώνυμης σειράς.[3]
Το παλαιότερο καταγεγραμμένο ντοκουμέντο στο οποίο αναφέρεται η ηλεκτρικώς ενισχυμένη κιθάρα θεωρείται ένα άρθρο του 1932, στην Γουιτσίτα του Κάνσας, στο οποίο ο Gage Brewer παρουσίαζε τις δύο του κιθάρες, μια Electric Hawaiian A-25 και μια κανονική Electric Spanish, όργανα τα οποία, τον ίδιο μήνα, παρουσιάστηκαν σε σειρά εμφανίσεων.
Οι πρώτες ηχογραφήσεις ηλεκτρικής κιθάρας πραγματοποιήθηκαν από καλλιτέχνες του Hawaiian Style όπως ο Andy Iona το 1933. Ο Bob Dunn του συγκροτήματος Milton Brown's Musical Brownies χρησιμοποίησε για πρώτη φορά την Χαβανέζικη ηλεκτρική κιθάρα Hawaiian στη δυτική σουίνγκ μουσική με την ηχογράφηση το 1935 του δίσκο Decca ένα μουσικό στυλ που εφορμώντας από τις μουσικές επιρροές της Χαβάης κατευθυνόταν προς την τζαζ και τα μπλουζ. Ο Alvino Rey ήταν ο καλλιτέχνης ο οποίος έφερε την ηλεκτρική κιθάρα σε μεγάλα ακροατήρια, μεγάλες ορχήστρες και ο οποίος αργότερα ανέπτυξε την pedal steel κιθάρα για την εταιρία Gibson. Η πρώτη ηχογράφηση ηλεκτρικής ισπανικής κιθάρας εμφανίζεται στα τραγούδια Sweetheart Land και It's a Low-Down Dirty Shame του τζαζ κιθαρίστα George Barnes το 1938, ενώ κάποιοι ιστορικοί αποδίδουν την πρωτόλεια στον Eddie Durham, ο οποίος όμως θεωρείται ότι ηχογράφησε με το συγκρότημα των Kansas City Five 15 μέρες αργότερα.[4] Ο Durham δίδαξε το όργανο στον νεαρό Charlie Christian, ο οποίος έκανε δημοφιλές το όργανο και θεωρείται ως ο πρώτος ηλεκτρικός κιθαρίστας και ένας εκ των επιδραστικότερων για τους τζαζ κιθαρίστες των επόμενων δεκαετιών.
Η πρώτη ηχογράφηση ηλεκτρικής ισπανικής κιθάρας δυτικά του Μισισίπι έλαβε μέρος στο Ντάλας το Σεπτέμβρη του κατά τη διάρκεια κάποιας πρόβας του συγκροτήματος της δυτικοαμερικάνικης χορευτικής σουίνγκ. Ο κιθαρίστας Jim Boyd χρησιμοποίησε την ηλεκτρικώς ενισχυμένη κιθάρα του στα τραγούδια "Hot Dog Stomp" (DAL 178-Vo 03371), "Shine On, Harvest Moon" (DAL 180-Vo 03272), και "Corrine, Corrina" (DAL 181-Vo/OK 03117).[5][6][7] Μια ενωρίτερη ηχογράφηση ηλεκτρικώς ενισχυμένης χαβανέζικης κιθάρας με μαγνήτη με περιέλιξη νήματος χάλυβα συνέβη κατά την διάρκεια κάποιων μουσικών εμφανίσεων του συγκροτήματος της δυτικοαμερικάνικης σουίνγκ Milton Brown and His Brownies στις 27 και 28 Ιανουαρίου του 1935, από τον κιθαρίστα του Bob Dunn.[8]
Στις πρωτόλειες ηχογραφήσεις ηλεκτρικής κιθάρας περιλαμβάνονται επίσης έργα των Jack Miller (Orville Knapp Orch.), Alvino Rey (Phil Spitalney Orch.), Les Paul (Fred Warring Orch.), Danny Stewart (Andy Iona Orchestra), George Barnes (under many alias), Floyd Smith, Bill Broonzy, T-Bone Walker, George Van Eps, Charlie Christian (Benny Goodman Orch.) Tampa Red, Memphis Minnie, and Arthur Cruddup.
Στους πρώτες κατασκευάστριες εταιρίες ηλεκτρικής κιθάρας περιλαμβάνονται οι Άλκης Βογατσάς και Στέλιος Σιδερίδης (αρχικώς επονομαζόμενη Ro-Pat-In) το 1932, η Dobro το 1933, η National, η AudioVox και η Volu-tone το 1934,η Vega, η Epiphone (Electrophone και Electar), και η Gibson το 1935 και πολλοί άλλοι από το 1936 και έκτοτε.
Ο τύπος ηλεκτρικής κιθάρας που είναι γνωστότερος σήμερα είναι αυτός του συμπαγούς σώματος, χωρίς αντηχούντα κενά στο εσωτερικό. Η εταιρία Rickenbacher, (αργότερα επονομαζόμενη Rickenbacker), ανέπτυξε το 1931 και κυκλοφόρησε μαζικά μια κιθάρα από σώμα χυτού αλουμινίου και ηλεκτρικό σύστημα ατσάλινης περιελίξεως με το όνομα The Frying Pan ή The Pancake Guitar. Ένα όργανο με ήχο αρκετά επιθετικό και μοντέρνο όπως απεφάνθη ο ερευνητής και συλλέκτης John Teagle. Η εταιρία Audiovox επίσης κατασκεύασε μοντέλο ηλεκτρικής κιθάρας συμπαγούς σώματος στα μέσα του 1930.
Στα μέσα του 1940 και κατά την διάρκεια των υπερωριών του στην εταιρία Epiphone Guitar ο μουσικός και εφευρέτης Les Paul κατασκεύασε μια ηλεκτρική κιθάρα με συμπαγές σώμα. Ονομάστηκε log guitar (κιθάρα-κούτσουρο) καθώς αποτελείτο από ένα απλό τετράγωνο ξύλινο σώμα με δύο κούφιες διακοσμητικές τομές από σουηδικό ξύλο, από το μπράτσο και από χειροποίητους μαγνήτες και ηλεκτρικά συστήματα. Το μοντέλο αυτό κατοχυρώθηκε και συχνά αναφέρεται σαν το πρώτο του είδους του αν και δεν φέρει καμία ομοιότητα στο σχεδιασμό ή στα υλικά με το μοντέλο με το όνομα Les Paul που παρουσίασε η εταιρία Gibson. Το 1945 ο Richard D. Bourgerie κατασκεύασε έναν μαγνήτη κι έναν ενισχυτή για ηλεκτρική κιθάρα για τον επαγγελματία μουσικό George Barnes ο οποίος έπειτα τα παρουσίασε στον Les Paul, ο οποίος απέκτησε παρόμοιο ηλεκτρικό και ενισχυτικό σύστημα κατόπιν επιθυμίας του.
Fender
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1946 ο κατασκευαστής ενισχυτών μουσικών οργάνων και τεχνικός ραδιοφώνου Clarence Leonidas Fender, γνωστότερος ως Leo Fender—κατασκεύασε μέσω της ομώνυμης εταιρίας την πρώτη επιτυχημένη εμπορικά συμπαγή ηλεκτρική κιθάρα με μονό ηλεκτρομαγνήτη η οποία αρχικά ονομάστηκε Fender Esquire. Ήταν το πρώτο ουσιαστικό κατασκευαστικό πέρασμα από την τυπική κιθάρα που χρησιμοποιείτο στη τζαζ προς το όργανο που θα έβρισκε απήχηση από τους μουσικούς της country της δυτικής Καλιφόρνια. Η εκδοχή της Esquire με δυο μαγνήτες ονομάστηκε αρχικά Broadcaster, όνομα το οποίο άλλαξε σε Fender Telecaster έπειτα από γεγονός συνωνυμίας/ομοηχίας με το σετ ντραμς Broadkaster.
Στα χαρακτηριστικά της Telecaster περιλαμβάνονταν: Σώμα από φλαμουριά που ενωνόταν με 4 μπουλόνια και ατσάλινο δίσκο με ένα μάνικο από σφένδαμο 25½ ιντσών, 21 ή 22 τάστων, 2 εξαπολικούς μαγνήτες, έναν προς τη γέφυρα κι έναν προς το λαιμό, ένα ρυθμιστικό τόνου και ένα έντασης, έναν διθέσιο επιλογέα μαγνήτη και μια έξοδο για ηλεκτρικό καλώδιο στο πλάι του οργάνου. Ένα μαύρο κομμάτι από βακελίτη πάνω στο σώμα έκρυβε το ηλεκτρικό σύστημα του οργάνου. Το βιδωτό μάνικο οφειλόταν στην πεποίθηση του Leo Fender ότι ο γενικότερος σχεδιασμός του οργάνου θα όφειλε να ευνοεί την άμεση και οικονομική αντικατάστασή/επισκευή των επιμέρους κομματιών του. Λόγω της εμπορικής απήχησης της Telecaster εμφανίστηκαν σύντομα κάποιο όργανα φέροντα το λογότυπο της εταιρίας αλλά χωρίς αναγνωριστικό μοντέλου, τα οποία αποκαλούνται από τους συλλέκτες σαν Nocasters.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ How to Play Metal Guitar: The Basics & Beyond. By Richard Johnston. Published by Backbeat Books, 2004. ISBN 0-87930-775-7, 9780879307752. Page 17. "A Crash Course in 7-String Guitar" by Andy Ellis. "With the likes of Orgy, Korn, and Limp Bizkit relying on the 7-string for their rumbling riffs, deep-toned guitar has finally become a mainstream instrument."
- ↑ Odjean, Annick (4 Αυγούστου 2007). «Le père de tous les rocker» (στα French). σελ. 12. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2007.
La date ? Bien antérieure aux dates officielles des dictionnaires puisque Les Paul dit avoir fait ses expériences à l'âge de 7-8-9 ans, donc entre 1922 et 1925.
[νεκρός σύνδεσμος] - ↑ www.rickenbacker.com
- ↑ Peter Broadbent, Charlie Christian: Solo Flight-The Seminal Electric Guitarist (UK: Ashley Mark Publishing Company, 2003), p. 59
- ↑ Govenar, Alan B.; Jay F. Brakefield. Deep Ellum and Central Track: Where the Black and White Worlds of Dallas Converged (University of North Texas Press, 1998) pp. 242-243
- ↑ Peter Broadbent, Charlie Christian: The Story of the Seminal Electrict Guitarist (UK: Ashley Mark Publishing Company, 1997), p. 13
- ↑ Dempsey, John Mark. The Light Crust Doughboys Are on the Air: Celebrating Seventy Years of Texas Music (University of North Texas Press, 2002). p.120: "[Jim] Boyd, who played bass and guitar in his on-and-off career with the Doughboys that continued into the 1990s, receives credit from some researchers with what may be the first recorded use of an electric guitar. It occurred in a September 1935 session with the group Roy Newman and His Boys, who played on Dallas radio station WRR. They recorded 'Shine On Harvest Moon,' Corrine, Corrina' and 'Hot Dog Stomp'."
- ↑ Oliphant Dave ""Texas Jazz: 1920-50", pp. 37-65, The Roots of Texas Music edited by Lawrence Clayton, Joe W. Specht (Texas A&M University Press, 2005), p. 23: "Prior to Durham's first recorded performance, Bob Dunn had recorded with the Texas Western Swing unit of Milton Brown and His Music Brownies on January 27 and 28, 1935. On this date, Dunn played an amplified steel guitar, which primarily was utilized for Hawaiian music."